Πολύ τον αγαπάει, λέει, ο Γιούγκερ τον Τσίπρα. Μόλις τον βλέπει τον πιάνει απ' τον ώμο η
απ' το χέρι. Σιγά να μην τον πιάνει και από πουθενά αλλού...
Ο «φίλος μας Γιούνκερ»
Την
...αγιογραφία του «φίλου και φιλέλληνα Γιούνκερ» φιλοτεχνούν η
κυβέρνηση, τα αστικά κόμματα της αντιπολίτευσης και σύσσωμος ο αστικός
Τύπος.
Ούτε λίγο ούτε πολύ, η επίσκεψη του προέδρου της Κομισιόν στην Ελλάδα παρουσιάζεται σαν «ψήφος εμπιστοσύνης» στην πολιτική των αντιλαϊκών μεταρρυθμίσεων που ακολουθεί η κυβέρνηση και οι οποίες «κλείδωσαν» το περασμένο καλοκαίρι την παραμονή της χώρας στην Ευρωζώνη.
Θυμίζουμε, πάντως, ότι η κυβέρνηση, που σήμερα «λιβανίζει» τον Γιούνκερ, είχε θέσει στο δημοψήφισμα του περασμένου Ιούλη το ερώτημα αν εγκρίνεται ή απορρίπτεται το σχέδιο του προέδρου της Κομισιόν για το τρίτο μνημόνιο, ζητώντας από το λαό να το καταψηφίσει.
Αμέσως μετά, έφερε από την πίσω πόρτα τη δική της αντιλαϊκή συμφωνία με την τρόικα, φυσικά με τις «ευλογίες» της Κομισιόν.
Επομένως, τα μέτρα που τώρα παίρνονται σε βάρος του λαού έχουν τη σφραγίδα και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η οποία έχει κάθε λόγο να πανηγυρίζει για το γεγονός ότι η κυβέρνηση συνεχίζει με επάρκεια την πολιτική των προηγούμενων.
Αυτό καθόλου δεν αποθαρρύνει, βέβαια, την κυβέρνηση από το να παρουσιάζει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή σαν υπέρμαχο τάχα των εργασιακών δικαιωμάτων.
Οπως είπε χτες, στην κοινή συνέντευξη Τύπου, ο πρωθυπουργός, «κοινή μας πεποίθηση είναι ότι η ανάκαμψη στην Ελλάδα δεν μπορεί να στηριχθεί στη συντριβή της εργασίας, αλλά σε ένα παραγωγικό μοντέλο σύγχρονο και ασφαλές, τόσο για τους ανθρώπους, όσο και για το περιβάλλον».
Στο ίδιο μήκος κύματος - αν και πιο διπλωματική - ήταν η απάντηση που έδωσε ο πρόεδρος της Κομισιόν σε ερώτηση που του έγινε.
Οπως είπε, «οι διαπραγματεύσεις για τη μεταρρύθμιση της νομοθεσίας, σε ό,τι αφορά τις συλλογικές διαπραγματεύσεις, θα πρέπει να λάβουν υπόψη τους την ελληνική πραγματικότητα. Και θα πρέπει η εργασιακή νομοθεσία να προχωρήσει προς την κατεύθυνση των καλών πρακτικών που υπάρχουν αλλού».
Οι «καλές πρακτικές» δεν είναι άλλες από αυτές που εφαρμόζονται σε άλλα κράτη - μέλη της ΕΕ, στο όνομα της ανταγωνιστικότητας και της κερδοφορίας των επιχειρηματικών ομίλων. Για παράδειγμα, με βάση αυτές τις «καλές πρακτικές» νομοθετεί τώρα η κυβέρνηση στη Γαλλία, προκαλώντας τις αντιδράσεις των εργαζομένων και του λαού.
Από αυτήν τη σκοπιά, ελάχιστη αξία έχει η υπόμνηση του Γιούνκερ ότι «δεν είμαι φίλος των ομαδικών απολύσεων και πιστεύω ότι η ελληνική κυβέρνηση θα διαμορφώσει μια πρόταση, με την οποία θα μπορέσω να είμαι σύμφωνος», επιβεβαιώνοντας έμμεσα ότι το συγκεκριμένο ζήτημα είναι από τα πρωτεύοντα στη διαπραγμάτευση για τη δεύτερη «αξιολόγηση».
Αλλωστε, ο πρόεδρος της Κομισιόν έχει δώσει δείγματα γραφής για το πώς εννοεί την «κοινή αντίληψη» για τα Εργασιακά.
Μόλις πρόσφατα, ο «Ριζοσπάστης» αποκάλυψε την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το λεγόμενο «Ευρωπαϊκό πυλώνα κοινωνικών δικαιωμάτων», ο οποίος προβλήθηκε από την κυβέρνηση ως μια πρωτοβουλία κατοχύρωσης ενός «μίνιμουμ» κοινού πλαισίου για τα δικαιώματα των εργαζομένων.
Βασικοί άξονες αυτού του πυλώνα είναι η σύνδεση των μισθών με την παραγωγικότητα, «μέσω της σύγκρισης με τις εξελίξεις στις άλλες χώρες της Ζώνης του Ευρώ και στους κυριότερους συγκρίσιμους εμπορικούς εταίρους», η στήριξη των ευέλικτων μορφών απασχόλησης, που «επιτρέπουν στους εργοδότες να ανταποκρίνονται σε μεταβολές στη ζήτηση», όπως και η δημιουργία μηχανισμών «κοινωνικής πολιτικής», που θα διαχειρίζονται την ακραία φτώχεια και την ανεργία.
Επομένως, πράγματι υπάρχει συναντίληψη ανάμεσα στην κυβέρνηση και την Κομισιόν για τις μεταρρυθμίσεις στα Εργασιακά, αφού και οι δυο υπηρετούν τα ίδια συμφέροντα - αυτά του κεφαλαίου - και τον ίδιο στόχο - αυτόν της καπιταλιστικής ανάκαμψης. Μόνο που τα δικά τους οράματα είναι εφιάλτης για το λαό, που πρέπει με την πάλη του να τον εμποδίσει να πραγματοποιηθεί.
Από την στήλη του Ριζοσπάστη "Η Άποψή μας"
Ούτε λίγο ούτε πολύ, η επίσκεψη του προέδρου της Κομισιόν στην Ελλάδα παρουσιάζεται σαν «ψήφος εμπιστοσύνης» στην πολιτική των αντιλαϊκών μεταρρυθμίσεων που ακολουθεί η κυβέρνηση και οι οποίες «κλείδωσαν» το περασμένο καλοκαίρι την παραμονή της χώρας στην Ευρωζώνη.
Θυμίζουμε, πάντως, ότι η κυβέρνηση, που σήμερα «λιβανίζει» τον Γιούνκερ, είχε θέσει στο δημοψήφισμα του περασμένου Ιούλη το ερώτημα αν εγκρίνεται ή απορρίπτεται το σχέδιο του προέδρου της Κομισιόν για το τρίτο μνημόνιο, ζητώντας από το λαό να το καταψηφίσει.
Αμέσως μετά, έφερε από την πίσω πόρτα τη δική της αντιλαϊκή συμφωνία με την τρόικα, φυσικά με τις «ευλογίες» της Κομισιόν.
Επομένως, τα μέτρα που τώρα παίρνονται σε βάρος του λαού έχουν τη σφραγίδα και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η οποία έχει κάθε λόγο να πανηγυρίζει για το γεγονός ότι η κυβέρνηση συνεχίζει με επάρκεια την πολιτική των προηγούμενων.
Αυτό καθόλου δεν αποθαρρύνει, βέβαια, την κυβέρνηση από το να παρουσιάζει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή σαν υπέρμαχο τάχα των εργασιακών δικαιωμάτων.
Οπως είπε χτες, στην κοινή συνέντευξη Τύπου, ο πρωθυπουργός, «κοινή μας πεποίθηση είναι ότι η ανάκαμψη στην Ελλάδα δεν μπορεί να στηριχθεί στη συντριβή της εργασίας, αλλά σε ένα παραγωγικό μοντέλο σύγχρονο και ασφαλές, τόσο για τους ανθρώπους, όσο και για το περιβάλλον».
Στο ίδιο μήκος κύματος - αν και πιο διπλωματική - ήταν η απάντηση που έδωσε ο πρόεδρος της Κομισιόν σε ερώτηση που του έγινε.
Οπως είπε, «οι διαπραγματεύσεις για τη μεταρρύθμιση της νομοθεσίας, σε ό,τι αφορά τις συλλογικές διαπραγματεύσεις, θα πρέπει να λάβουν υπόψη τους την ελληνική πραγματικότητα. Και θα πρέπει η εργασιακή νομοθεσία να προχωρήσει προς την κατεύθυνση των καλών πρακτικών που υπάρχουν αλλού».
Οι «καλές πρακτικές» δεν είναι άλλες από αυτές που εφαρμόζονται σε άλλα κράτη - μέλη της ΕΕ, στο όνομα της ανταγωνιστικότητας και της κερδοφορίας των επιχειρηματικών ομίλων. Για παράδειγμα, με βάση αυτές τις «καλές πρακτικές» νομοθετεί τώρα η κυβέρνηση στη Γαλλία, προκαλώντας τις αντιδράσεις των εργαζομένων και του λαού.
Από αυτήν τη σκοπιά, ελάχιστη αξία έχει η υπόμνηση του Γιούνκερ ότι «δεν είμαι φίλος των ομαδικών απολύσεων και πιστεύω ότι η ελληνική κυβέρνηση θα διαμορφώσει μια πρόταση, με την οποία θα μπορέσω να είμαι σύμφωνος», επιβεβαιώνοντας έμμεσα ότι το συγκεκριμένο ζήτημα είναι από τα πρωτεύοντα στη διαπραγμάτευση για τη δεύτερη «αξιολόγηση».
Αλλωστε, ο πρόεδρος της Κομισιόν έχει δώσει δείγματα γραφής για το πώς εννοεί την «κοινή αντίληψη» για τα Εργασιακά.
Μόλις πρόσφατα, ο «Ριζοσπάστης» αποκάλυψε την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το λεγόμενο «Ευρωπαϊκό πυλώνα κοινωνικών δικαιωμάτων», ο οποίος προβλήθηκε από την κυβέρνηση ως μια πρωτοβουλία κατοχύρωσης ενός «μίνιμουμ» κοινού πλαισίου για τα δικαιώματα των εργαζομένων.
Βασικοί άξονες αυτού του πυλώνα είναι η σύνδεση των μισθών με την παραγωγικότητα, «μέσω της σύγκρισης με τις εξελίξεις στις άλλες χώρες της Ζώνης του Ευρώ και στους κυριότερους συγκρίσιμους εμπορικούς εταίρους», η στήριξη των ευέλικτων μορφών απασχόλησης, που «επιτρέπουν στους εργοδότες να ανταποκρίνονται σε μεταβολές στη ζήτηση», όπως και η δημιουργία μηχανισμών «κοινωνικής πολιτικής», που θα διαχειρίζονται την ακραία φτώχεια και την ανεργία.
Επομένως, πράγματι υπάρχει συναντίληψη ανάμεσα στην κυβέρνηση και την Κομισιόν για τις μεταρρυθμίσεις στα Εργασιακά, αφού και οι δυο υπηρετούν τα ίδια συμφέροντα - αυτά του κεφαλαίου - και τον ίδιο στόχο - αυτόν της καπιταλιστικής ανάκαμψης. Μόνο που τα δικά τους οράματα είναι εφιάλτης για το λαό, που πρέπει με την πάλη του να τον εμποδίσει να πραγματοποιηθεί.
Από την στήλη του Ριζοσπάστη "Η Άποψή μας"
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου