Γερμανικές αποζημιώσεις
(Δημοσιεύθηκε στις εφημερίδες «Ειδήσεις»
και «Πρωινή» του Κιλκίς τον Μάη του 2013. Το αναρτώ για την επικαιρότητά του
μετά τον τελευταίο «θόρυβο» για το θέμα)
Αποτελεί ξεφτίλα να μιλάμε για
πολεμικές αποζημιώσεις εν έτει 2013, δηλαδή για ένα ζήτημα που έπρεπε να το
είχαμε θέσει από την 12 Οκτώβρη του
1944 ημέρα απελευθέρωσης της Ελλάδας.
Η σημερινή ανακίνηση του θέματος από την πλευρά της τρικομματικής
κυβέρνησης, μετά τη δημοσιοποίηση της έκθεσης που συνέταξε το Γενικό Λογιστήριο
του Κράτους για το ακριβές ύψος των διεκδικήσεων από τη Γερμανία, είναι
αποπροσανατολιστική για την ουσία του θέματος και βολική για τις κυβερνήσεις
της Ελλάδας και της Γερμανίας προκειμένου να καταπραϋνθεί η λαϊκή αγανάκτηση
από τα βάρβαρα μέτρα, αλλά και προκάλυμμα νέων, αφού ελάχιστες πιθανότητες δικαίωσης υπάρχουν σήμερα.
Οι πολεμικές αποζημιώσεις και το ΚΚΕ
Κατ’ αρχήν το πρώτο και μόνο κόμμα που από το 1952 έβαλε το ζήτημα των πολεμικών αποζημιώσεων,
ήταν το ΚΚΕ, τότε παράνομο, με την ηγεσία του ευρισκόμενη στις Σοσιαλιστικές
Χώρες και με πολλά στελέχη μέλη και τους οπαδούς του , όμηρους του
μετεμφυλιακού μισαλλόδοξου κράτους. Μάλιστα η Κεντρική Επιτροπή του ΚΚΕ
έβαλε το θέμα και στον Βάλτερ Ούλμπριχτ (Walter Ulbricht, 30 Ιουνίου 1893 - 1 Αυγούστου 1973) που ήταν Γερμανός κομμουνιστής ηγέτης και πολιτικός, Γενικός
Γραμματέας του Κόμματος SED από το 1950 έως το 1971, που έπαιξε πρωταγωνιστικό
ρόλο στην πρόωρη ανάπτυξη και καθιέρωση της Λαϊκής Δημοκρατίας της Γερμανίας
(Ανατολική Γερμανία), ο οποίος συμφώνησε να δώσει η Ανατολική Γερμανία το
μερτικό της, εάν έκανε το ίδιο και η Δυτική Γερμανία.
Το πολιτικό προσωπικό των αστικών κομμάτων της Ελλάδας,
πιστό στην παράδοση του ραγιαδισμού, της υποτέλειας, που υπήρχε από την
απελευθέρωση από τον Οθωμανικό ζυγό, δεν έβαλε ποτέ το ζήτημα, αντίθετα…
Ο Μαξ Μέρτεν, η Φρίκη (Β. Φρειδερίκη) και ο ΤΑΞΗ-άρχης
Καραμανλής.
Το πολιτικό προσωπικό της μεταπολεμικής Ελλάδας έδειξε την
δουλικότητά του κατ΄αρχήν γιατί έδειξε ανοχή στους Γερμανούς εγκληματίες
πολέμου και στους ντόπιους συνεργάτες τους.
Παράδειγμα η υπόθεση
Μαξ Μέρτεν, που ήταν ανώτερος Γερμανός αξιωματικός στη διάρκεια της κατοχής
στην Βόρεια Ελλάδα, υπεύθυνος για την εξόντωση των Εβραίων της Θεσσαλονίκης και
Ελλήνων πατριωτών. Ο Φασίστας, εγκληματίας πολέμου το Καλοκαίρι του 1959
διάλεξε για τις διακοπές του τη Θεσσαλονίκη «με την οποία τόσες και τόσες
ωραίες αναμνήσεις τον συνέδεαν από το θεάρεστο έργο που έκανε εκεί…»
Η κυβέρνηση του
ΤΑΞΗ-άρχη (και όχι εθνάρχη) Καραμανλή δεν ενοχλήθηκε, όμως ο αρχηγός του
Γραφείου Διώξεως Εγκληματιών Πολέμου αντιεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Ανδρέας
Τούσης ένας ακέραιος δικαστικός, αγρυπνούσε, τον συνέλαβε τον δίκασε ως
εγκληματία πολέμου και τον έκλεισε στις φυλακές.
Η Φρειδερίκα, παλιό
μέλος της χιτλερικής νεολαίας, εξοργίστηκε και μαζί με την Μπον αξίωσε την
απελευθέρωσή του. Η κυβέρνηση Καραμανλή δεν ήθελε και πολύ για να ενδώσει. Μετά από πολλά δούνε και λαβείν και «συγκλονιστικές
αποκαλύψεις του Μέρτεν» (δεν είναι της ώρας να αναφερθούν), στις αρχές του 1960
με νομοθετικό διάταγμα, χάριν τους Ελληνογερμανικής φιλίας, ο δήμιος των
Εβραίων της Θεσσαλονίκης αφέθηκε ελεύθερος!!!
Η διαγραφή των χρεών της Γερμανίας και το «οικονομικό
θαύμα».
Στις 27 Φλεβάρη του
1953 υπογράφηκε η Συμφωνία του Λονδίνου από την Ομοσπονδιακή Γερμανία και 21
κράτη. Η συμφωνία αυτή επέτρεψε στη Γερμανία να σβήσει το μισό της χρέος για
ολόκληρη την περίοδο του Γ’ Ράιχ. Ήταν μια καλή πρώτη εκκίνηση για το λεγόμενο
«Οικονομικό θαύμα» του Καγκελάριου Αντενάουερ.
Το 1946 όμως, η
Γερμανία είχε καταδικαστεί να πληρώσει 7,160 δις. δολάρια στην Ελλάδα για τις
καταστροφές, 3,5 δις. δολάρια για το κατοχικό δάνειο, επιστροφή των
αρχαιολογικών θησαυρών που αρπάχτηκαν, αποζημιώσεις για τα ολοκαυτώματα 100
πόλεων και οικισμών και τα θύματά τους. ποσό που εγκρίθηκαν από τη συμφωνία του
Λονδίνου.
Τα ποσά αυτά ποτέ δεν
τα διεκδίκησε το ελληνικό κράτος των «Πλαστήρων», των «Παπάγων», των
«Μητσοτάκηδων», των «Καραμανλήδων» και των «Παπανδρέου».
Η Σύμβαση του Καραμανλή με την Δ. Γερμανία
Μάλιστα η κυβέρνηση Καραμανλή αποποιήθηκε ουσιαστικά τις αποζημιώσεις
την 30 Μαρτίου του 1960, με την υπογραφή της «Σύμβασης Περί Επιλογής και Τοποθετήσεως
Ελλήνων εργατών εις Γερμανικάς επιχειρήσεις»,. Αυτό ήταν το ξεκίνημα της
πιο έντονης μετανάστευσης των Ελλήνων, που βιώθηκε όσο καμία άλλη. Ήταν η
κορύφωση και το τέλος του μαζικού ξενιτεμού των Ελλήνων προς την Αμερική, την
Αυστραλία, την Αφρική, τον 20ο αιώνα.
Βάπτισαν την Ελλάδα
«ψωροκώσταινα» και έστειλαν «τα καλύτερα παιδιά μας στην ξενιτιά» όπως
τραγούδησε και ο Στελάρας, για να θησαυρίζει το ντόπιο και ξένο κεφάλαιο.
«Ευλογία του Θεού», αποκάλεσαν η άρχουσα τάξη και οι πολιτικοί της εκπρόσωποι
τη μετανάστευση στη Γερμανία. «Κατάρα του Θεού» και «σύγχρονο σκλαβοπάζαρο»
ήταν για τη φτωχολογιά της χώρας μας. «Ήταν η εποχή που λέγαμε ότι: η
Ελλάδα παράγει πέτρες και Gastarbeiter
(φιλοξενούμενοι εργαζόμενοι) όπως τούς αποκαλούσαν ή Katzelmacher, όπως
υποτιμητικά χαρακτήριζαν στη Βαυαρία τους μετανάστες, που προέρχονται από τις
νότιες χώρες. Σκληρά τα πρώτα χρόνια όπως διαπίστωσαν οι μετανάστες που
κλήθηκαν και αυτοί να γίνουν θυσία για το «Οικονομικό Θαύμα» της Γερμανίας.
Ειδικά στο ξεκίνημα, η στέγαση των μεταναστών εργατών γινόταν σε παραπήγματα, τα οποία, εν μέρει, προέρχονταν από την εποχή του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, όπως αναφέρεται στα αρχεία του Κέντρου Τεκμηρίωσης και του Μουσείου DOMiD, της Κολωνίας. Κάθε εργάτης είχε στη διάθεσή του ένα κρεβάτι σε κουκέτα, ένα ντουλάπι που κλείδωνε, μια θέση στο τραπέζι του φαγητού και μια καρέκλα ανά άτομο. Οι εστίες, χωρισμένες ανά φύλο (αν υπήρχαν αντρόγυνα έπρεπε να χωρίσουν), συχνά αποτελούσαν τμήμα των εργοστασιακών εγκαταστάσεων.
Αν με κάτι είχαν να αντιπαλέψουν, με όλες τους τις δυνάμεις, οι μετανάστες από την αρχή, αυτό ήταν το «ακόρντ» (πλαφόν στην παραγωγικότητα), που όσοι προσπαθούσαν να το ξεπεράσουν για να πάρουν πριμ, κατέληγαν, σε πολλές περιπτώσεις, με σοβαρά προβλήματα υγείας. Ταυτόχρονα, προκαλούσαν την αντιπάθεια των Γερμανών συναδέλφων τους, που έμεινα πίσω, καθώς τα «ακόρντ» ανέβαιναν συνεχώς. Ξεπερνούν το 1,5 εκ. οι Έλληνες που πέρασαν συνολικά από τη Γερμανία. Σύμφωνα με επίσημα στοιχεία, έως το 1973, όταν η Γερμανία πάγωσε μονόπλευρα όλες τις συμβάσεις πρόσληψης αλλοδαπών, μετανάστευσαν περίπου 600.000 Έλληνες εργάτες. Σήμερα, σε όλη τη Γερμανία, οι Έλληνες υπολογίζονται στις 350.000.
Τα παραπάνω για να ξαναθυμηθούμε μερικά πράγματα, τώρα που το σύστημα ξαναδιώχνει τα νιάτα της πατρίδας μας στην ξενιτιά και μάλιστα αυτή τη φορά τα σπουδασμένα και ειδικευμένα.
Ειδικά στο ξεκίνημα, η στέγαση των μεταναστών εργατών γινόταν σε παραπήγματα, τα οποία, εν μέρει, προέρχονταν από την εποχή του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, όπως αναφέρεται στα αρχεία του Κέντρου Τεκμηρίωσης και του Μουσείου DOMiD, της Κολωνίας. Κάθε εργάτης είχε στη διάθεσή του ένα κρεβάτι σε κουκέτα, ένα ντουλάπι που κλείδωνε, μια θέση στο τραπέζι του φαγητού και μια καρέκλα ανά άτομο. Οι εστίες, χωρισμένες ανά φύλο (αν υπήρχαν αντρόγυνα έπρεπε να χωρίσουν), συχνά αποτελούσαν τμήμα των εργοστασιακών εγκαταστάσεων.
Αν με κάτι είχαν να αντιπαλέψουν, με όλες τους τις δυνάμεις, οι μετανάστες από την αρχή, αυτό ήταν το «ακόρντ» (πλαφόν στην παραγωγικότητα), που όσοι προσπαθούσαν να το ξεπεράσουν για να πάρουν πριμ, κατέληγαν, σε πολλές περιπτώσεις, με σοβαρά προβλήματα υγείας. Ταυτόχρονα, προκαλούσαν την αντιπάθεια των Γερμανών συναδέλφων τους, που έμεινα πίσω, καθώς τα «ακόρντ» ανέβαιναν συνεχώς. Ξεπερνούν το 1,5 εκ. οι Έλληνες που πέρασαν συνολικά από τη Γερμανία. Σύμφωνα με επίσημα στοιχεία, έως το 1973, όταν η Γερμανία πάγωσε μονόπλευρα όλες τις συμβάσεις πρόσληψης αλλοδαπών, μετανάστευσαν περίπου 600.000 Έλληνες εργάτες. Σήμερα, σε όλη τη Γερμανία, οι Έλληνες υπολογίζονται στις 350.000.
Τα παραπάνω για να ξαναθυμηθούμε μερικά πράγματα, τώρα που το σύστημα ξαναδιώχνει τα νιάτα της πατρίδας μας στην ξενιτιά και μάλιστα αυτή τη φορά τα σπουδασμένα και ειδικευμένα.
Αποδεχόμενη τη γερμανική ενοποίηση στο πλαίσιο της Συνθήκης
της Μόσχας, η Ελλάδα στερήθηκε τη τελευταία δυνατότητα να αξιώσει αποζημιώσεις.
Σήμερα οι οφειλές της
Γερμανίας προς την Ελλάδα, όσον αφορά
τις καταστροφές στην οικονομική υποδομή της χώρας, τα ολοκαυτώματα, το κατοχικό
δάνειο κ.λ.π., έχουν υπολογιστεί με αγοραστική αξία δολαρίου του 1938, που
σημαίνει ότι το ύψος των οφειλών
ξεπερνά σε σημερινές τιμές τα 162 δις ευρώ χωρίς τους τόκους.
Αλλά για όλους του
λόγους που αναφέραμε είναι μικρές οι πιθανότητες να δοθούν οι πολεμικές
αποζημιώσεις παρ’ όλο που μερικοί πουλάνε καθυστερημένα «λεβεντιά».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου